Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

παντοῖος γενόμενος ὑπὲρ τοῦ σῶσαι τοὺς ἄνδρας

См. также в других словарях:

  • παντοίος — α, ο / παντοῑος, οία, ον, ΝΜΑ ο κάθε γένους ή ο κάθε είδους, παντοδαπός, παντοειδής («παντοίᾳ τέχνῃ», Σοφ.) αρχ. 1. οποιοσδήποτε, καθένας 2. φρ. «παντοῑος γίνεται» παίρνει κάθε μορφή, δηλ. μεταχειρίζεται κάθε μέσο, κάνει το καθετί («παντοῑος… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»